- λικνίτης
- Προσωνυμία του Διονύσου. Οι κάτοικοι των Δελφών πίστευαν ότι τα λείψανά του βρίσκονταν στο ιερό του Απόλλωνα, σε τάφο που έφερε την επιγραφή «Ενθάδε κείται θανών Διόνυσος ο εκ Σεμέλης». Στον τάφο αυτό οι ιερείς τελούσαν μυστική θυσία. Την ίδια στιγμή, στην κορυφή του Παρνασσού, οι Θυιάδες κόρες μαζί με τις Βάκχες τελούσαν ιερά μυστήρια που περιλάμβαναν την αναπαράσταση της αφύπνισης του θεού από τον τρίχρονο ύπνο του, τον οποίο τοποθετούσαν, βρέφος πάλι, σε ένα λίκνο. Έπειτα κατέβαιναν από το βουνό, λικνίζοντας τον αναγεννημένο Διόνυσο.
* * *λικνίτης, ὁ, θηλ. λικνῑτις (Α) [λίκνον]1. (το αρσ.) επίκληση τού Διονύσου2. φρ. «λικνῑτις τροφή» — τροφή κατάλληλη για μωρό που είναι ακόμη στην κούνια.
Dictionary of Greek. 2013.